Καλησπέρα. Θα σας μιλήσω για μια μεγάλη μου αγάπη.
Η αγάπη αυτή, προϋπήρχε στη ζωή μου, για την ακρίβεια γεννήθηκε 3 χρόνια νωρίτερα από εμένα, μάλλον προετοιμαζόταν για να γίνει η μεγάλη μου αγάπη (πόσο εγωιστικό να νομίζουμε ότι για εμάς γίνονται όλα;).
Ήταν ένα αγόρι καστανόξανθο με ένα χαμόγελο που σου κόλλαγε όλα τα σπασμένα σου κομμάτια. Έκανε και τα πιο δύσκολα και ακατόρθωτα της ζωής να φαίνονται απλά και βατά, απλώς και μόνο επειδή ήταν δίπλα σου.
Να σας συστήσω τον αδερφό μου τον Γιώργο.
Ο μεσαίος μου αδερφός, ο οποίος συχνά λειτουργούσε και ως buffer. Αθλητικός, κοινωνικός, κυρίως πειραχτήρι και ωραίος, πολύ ωραίος. Κάπως μαγικά αυτό το παιδί με καταλάβαινε, ήξερε τι ήθελα να πω πριν το πω, τι σκεφτόμουν. Μπορεί και όχι, αλλά έτσι με έκανε να νιώθω.
Kαι εμένα και όλους τους άλλους. Και μην νομίζεις ότι τα λέω αυτά επειδή είναι αδερφός μου. Ένα παιδί με ανιδιοτέλεια προς τους οικείους του και μη. Θαρραλέος τόσο ώστε να ακολουθήσει τα όνειρά του και να βγει από την νόρμα. Ο Γιώργος αποφάσισε να γίνει ναυτικός. Ταξίδεψε σε υπέροχα -και μη- μέρη, και έκανε φίλους παντού. Να ξέρεις, ο Γιώργος έκανε παρέα τους μούτσους και τους μάγειρες στα πλοία όπως ακριβώς έκανε και τους καπετάνιους.
Σαν παιδί, ήταν αυτό που έτρεχε πάνω κάτω, έπαιζε με όλους, είχε σπάσει και τα δυο του χέρια ταυτόχρονα (παίζοντας κλέφτες κι αστυνόμους, όχι το γράφω επειδή θα ρωτήσεις), καθώς και τα πόδια του. Ήταν που λέμε bigger than life.
Και ξυπνάς μια μέρα και στην παίρνουν αυτή τη ζωή – βλέπεις ακόμα και τώρα νιώθω ότι κάποιος μου τον πήρε. Αν θέλουμε να λέμε την αλήθεια, κανείς δεν μου το πήρε αφενός γιατί δεν άνηκε σε εμένα, όσο κι αν τον νιώθω απόλυτα δικό μου και αφετέρου γιατί αυτό που συνέβη ήταν ένα ατύχημα. Από αυτά που σε παγώνουν όταν ακούς την είδηση.
Και μετά, σε κρατάνε σαν παγωμένο σε μια προηγούμενη ζωή, για μην ξεχάσεις καμία ανάμνηση που τον περιλαμβάνει, να θυμάσαι για πάντα το πιο αθώο και γλυκό βλέμμα, τις ανυπέρβλητες ηλιθιότητες που σε κάνανε να γελάς και κυρίως το πρόσωπό του.
Να ξέρεις στην αρχή και ενώ οι γιατροί μας το είπαν – εμένα και του μεγάλου αδερφού μου- δεν άκουσα καν τις λέξεις. Τόσο δεδομένο το είχα ότι οι 3 μας είμαστε για πάντα. Μετά αρχίζεις και κάνεις σενάρια. Έχει πάει ταξίδι πάλι στα καράβια και θα γυρίσει, τον έχουν απαγάγει και θα μας τον φέρουν πίσω, έχει πάει και μένει στον Αμαζόνιο μαζί με τον Michael Jackson. Κοίτα τι σκέφτεται ο ανθρώπινος εγκέφαλος γιατί αρνείται να δει την πραγματικότητα.
Όταν -και αν, γιατί όλο και κάτι πιο ευφάνταστο σκαρφίζομαι- ξεπεράσεις τα μικροψεματάκια που λες στον εαυτό σου, έρχεσαι αντιμέτωπος με 2 βασικά ζητήματα:
Αρχικά πρέπει να αποδεχτείς ότι εσύ θα ζήσεις χωρίς αυτόν. Αυτή είναι η πρώτη και διαρκής δυσκολία με την οποία συγκρούεσαι. Θυμώνεις, νιώθεις ανυπέρβλητη αδικία, ότι είσαι ο πιο καταδικασμένος άνθρωπος στην γη, κανένας δεν σε καταλαβαίνει, μόνο εσύ ξέρεις, σε έχουν αφορίσει οι 12 θεοί του Ολύμπου και όλες οι όψεις του Μπράχμα και τα λοιπά. Μετά πρέπει καθημερινά να ξεμάθεις ότι έχεις μάθει. Αυτό γίνεται σχετικά εύκολα, άλλωστε είμαστε κατεξοχήν ζώα συνήθειας. Πρέπει όμως να μάθεις και να ονειρεύεσαι με αυτόν τον άνθρωπο να μην συμπεριλαμβάνεται στα όνειρά σου. Αυτό είναι άλλη πίστα.
Όλοι αυτοί οι προβληματισμοί αφορούν όμως κυρίως εσένα. Κάποια στιγμή -εγώ ομολογουμένως αρκετά μετά διότι έπρεπε πρώτα να διαχειριστώ τον εαυτό μου- συνειδητοποιείς κάτι που θα σε βαρύνει πιο πολύ. Εκτός του ότι εσύ θα πρέπει να υποστείς μια ζωή χωρίς εκείνον, θα πρέπει να εμπεδώσεις και ότι εκείνος δεν θα ζήσει ποτέ τη ζωή του.
Σκέψου το. Όχι επιφανειακά. Κατάλαβε ότι δεν θα τον δεις να παίρνει το πτυχίο του, να βρίσκει δικό του σπίτι, να κάνει την οικογένειά του – κι όλα αυτά με τη δική σου φαντασία- γιατί δεν είναι πια εδώ να μοιραστεί μαζί σου τις επιθυμίες του. Αυτή η δεύτερη συνειδητοποίηση είναι πολύ πιο δύσκολη.
Στο πρώτο πρόβλημα πρέπει να διαχειριστείς τον εαυτό σου, που καλώς ή κακώς θεωρώ ότι θα το κάνεις. Τώρα όμως πρέπει να αποδεχθείς ότι αυτός ο άνθρωπος θα είναι για πάντα 23 χρονών και δεν θα κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα. Κι αυτό πάλι εσένα ταλανίζει προφανώς και όχι εκείνον.
Τελικά ο χαμός (ναι, χωρίς εισαγωγικά), είναι μια πολύ εγωιστική διαδικασία. Δεν αφορά αυτόν που φεύγει. Εσένα αφορά και τις προσδοκίες που είχες από τη ζωή. Είναι τρομερά οξύμωρο αν το σκεφτείς.
Κλαις για κάποιον που του συμβαίνει κάτι τραγικό. Δεν κλαις στην πραγματικότητα για εκείνον, για εσένα κλαις γιατί δεν θες να έρθεις αντιμέτωπος με κάτι τέτοιο.
Αυτό είναι και κάπως παρήγορο, δεν είναι;
«Ο αέναος περιπλανητής δεν έχει δικαίωμα στον γυρισμό» – Οι βατσιμάνιδες της Μασσαλίας
Εριφύλλη.