Είμαι χοντρή και αόρατη.
Είμαι χοντρή απ’ όταν θυμάμαι τον εαυτό μου. Στο δημοτικό με πείραζαν τα άλλα παιδάκια επειδή ήμουν χοντρή. Στο σπίτι όλη η οικογένεια (όταν ασχολούνταν μαζί μου), ήταν για να μου επισημάνει ότι ήμουν χοντρή και ο προβληματισμός τους ήταν πώς θα γίνει να αδυνατίσω.
Από το γυμνάσιο με πήγαιναν σε διαιτολόγους. Πάντα ένιωθα ότι είμαι αόρατη, επειδή είμαι χοντρή. Ότι οι άνθρωποι σε κατατάσσουν αυτόματα σε μια κατηγορία κατώτερης ύπαρξης. Φυσικά δεν υπάρχει εκπροσώπηση του σώματός σου σε παιχνίδια, σε παιδικά έργα, σε βιβλία, σε σειρές, σε ταινίες. Καμία πρωταγωνίστρια δεν είναι χοντρή, εκτός αν το έργο είναι κωμωδία. Χοντρές συνήθως είναι οι κακές, ζηλιάρες αδελφές ή οι φίλες της πρωταγωνίστριας (κι έτσι μεγαλώνει και το αδύνατο κοριτσάκι με την πεποίθηση ότι οι χοντρές θα το ζηλεύουν και θα θέλουν το κακό του.) Άλλωστε το πρώτο παιδάκι που θα πειράξουν τα άλλα παιδάκια στο σχολείο, είναι το χοντρό.
Στο λύκειο, δεν έτρωγα τίποτα προσπαθώντας να είμαι λίγο πιο κοντά στα κοινωνικά πρότυπα ομορφιάς που τότε ήταν και πάλι το heroin chic. Είχα εμμονή με το σώμα, το φαγητό και τη ζυγαριά. Για να είμαι 60 κιλά, που ήταν ο παράλογος στόχος μου, έτρωγα κρακεράκια και έπινα χυμό πορτοκάλι. Θυμάμαι ότι πιρούνι είχα να πιάσω μήνες. Το πιρούνι ήταν κάτι κακό “Έχει πάρει φωτιά το πιρούνι!” έλεγε ο πατέρας, όταν βγαίναμε να φάμε στην ταβέρνα. Τότε εγώ ντρεπόμουν, γινόμουν πάλι αόρατη και το άφηνα. Και στα 60 κιλά πάλι ήμουν χοντρή, γιατί είχα κώλους και μπουτάρες (έτσι μου έλεγαν οι θείες).
Στο γυμνάσιο όταν τα παιδιά κανόνιζαν να πάνε στη θάλασσα, εγώ δεν πήγαινα ποτέ. Δεν ήθελα να με δουν με μαγιό. Πάντα φορούσα φαρδιά ρούχα και κλειστά παπούτσια γιατί ντρεπόμουν ακόμη και για το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού μου, επειδή το έβλεπα χοντρό.
Στο λύκειο λοιπόν, με έλεγαν χοντροκώλα, κι όταν τα έφτιαξα με τον Γιώργο, ένα παιδί 16 χρονών τότε, ξεκίνησε και η μεγάλη συνειδητοποίηση ότι το να είσαι χοντρή είναι τεράστιο πρόβλημα για τα αγόρια και τη σεξουαλική σου ζωή. Ο Γιώργος, δεν με γνώριζε στους δικούς του γιατί λέει δεν πληρούσα τις προϋποθέσεις. Ήμουν χοντρή. Ο Γιώργος επέμενε να με πηγαίνει στο στάδιο να κάνω 6 γύρους για να αδυνατίσω, να αξίζω να είμαι δίπλα του. Ο Γιώργος κορόιδευε το σώμα μου, τον κώλο μου, τα μπούτια μου και αποδεχόταν μόνο τα βυζιά μου, επειδή ήταν κι εκείνα μεγάλα (έχει μεγάλα βυζιά; χοντρή θα είναι! – γνωστή ατάκα μεταξύ Ελλήνων cishet αντρών).
Στη μετέπειτα ζωή μου κι αφού ξεφορτώθηκα τον τοξικό Γιώργο, όποτε έβγαινα στα κλαμπ με τις φίλες μου, παρατηρούσα και πάλι ότι ήμουν αόρατη. Ήμουν η χοντρή φίλη, η διασκεδαστική φίλη, η έξυπνη φίλη, η καλή φίλη, αλλά δεν ήμουν η ωραία φίλη. Αυτή που θα φλερτάρει το αγόρι, αυτή που θα την κεράσουν ποτό, αυτή που θα της κάνουν κομπλιμέντα, αυτή που θα της αφήσουν λουλούδια ή μια σοκολάτα στο αμάξι, αυτή που θα θέλουν να κάνουν σεξ μαζί της, αυτή που όταν κάνουν σεξ μαζί της, θα της κάνουν και στοματικό (γνωστή κι αυτή η τακτική στους Έλληνες cishet άντρες, που δεν κάνουν στοματικό στη χοντρή ερωμένη τους.)
Αν ποτέ τύχαινε να αρέσω σε κάποιο αγόρι ή άντρα αργότερα, το θεωρούσα απίθανο να λέει αλήθεια. Για να με ερωτευτεί κάποιος όπως ακριβώς είμαι, ήταν επιστημονική φαντασία στο μυαλό μου. Μια φορά με ερωτεύτηκε και ερωτεύτηκα ένα αγόρι και ήμουν τυχερή που το έζησα αυτό, αλλά ήξερα ότι μπορεί να ήταν και η τελευταία. Στη ζωή μου συνολικά έχω γνωρίσει 3 άντρες που με αποδέχτηκαν όπως ακριβώς είμαι, χωρίς να θέλουν να με αλλάξουν. Φυσικά το περιβάλλον τους είχε άλλη άποψη: “Πρέπει να αδυνατίσει”, “Να την πας για λιποαναρρόφηση” κι άλλα τέτοια υπέροχα που άκουγα κι εγώ και εκείνοι από συγγενείς, φίλους, γνωστούς.
Οι υπόλοιπες σχέσεις μου, είτε εφήμερες, είτε σταθερές είχαν το εξής μοτίβο: “Αν ήσουν αδύνατη θα ήσουν πολύ όμορφη” , “Δεν θα ήθελα σχέση μαζί σου γιατί μπορεί να με ελκύεις για σεξ και σαν φίλη, αλλά όχι για σχέση καθώς θα παχύνεις κι άλλο”, “Στο στυλ που έχεις, θα ταίριαζε να είσαι αδύνατη”, “Είσαι καλή κοπέλα, αλλά αν αδυνάτιζες λίγο….”, “Αν ήσουν αδύνατη….”, “Θα σε ήθελα λίγο πιο σφιχτή”.
Μια φορά γνώρισα έναν Μιχάλη και τον ερωτεύτηκα, ο ένας Μιχάλης, ήταν πολύ αδύνατος και αμέσως θεώρησα ότι για να “ταιριάζουμε” εμφανισιακά, θα πρέπει να είμαι κι εγώ πολύ αδύνατη. Άρχισα αυτές τις διαστροφικές διατροφές και κατάφερα να μείνω πάλι 60 κιλά. Ήμουν σχεδόν αδύνατη αλλά όχι αρκετά για την κοινωνία. Το χρώμα μου ήταν υπόλευκο, οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια μου τεράστιοι και το σώμα μου ανήμπορό. Άρχισα να παθαίνω κρίσεις πανικού και να πίνω αλκοόλ. Ήμουν ράκος σωματικά, αλλά όλοι γύρω μου έλεγαν τι όμορφη που είμαι, και πόσο μου πάει που επιτέλους αδυνάτισα, αλλά χρειάζεται ακόμα λίγο…
Ο ένας Μιχάλης, με χώρισε γιατί είχε ήδη σύντροφο με την οποία συγκατοικούσε κι εγώ δεν είχα ιδέα.
Τα χρόνια περνούσαν κι εγώ έκανα εφήμερες σχέσεις, δηλαδή σχέσεις που είχαν μόνο σεξ και όχι κάποιο παραπάνω δέσιμο. Είχα βρει τη θέση μου στην κοινωνία. Πως μου το είχαν πει; Α ναι! “Η εύκολη χοντρούλα”, γιατί αν άρεσα σε κάποιον πραγματικά: “Κάποιο πρόβλημα θα έχει.”
Όλη αυτή η χοντροφοβία των άλλων αλλά και η δική μου εσωτερικευμένη, είχαν σαν αποτέλεσμα να μην αποδέχομαι το σώμα μου, να μπαίνω αυτόματα στη θέση της μη σεξουαλικής γυναίκας, παρά μόνο όταν πρόκειται για εφήμερο σεξ, να δυσκολεύομαι στο φλερτ, να μην πιστεύω πραγματικά όταν κάποιος μου λέει ότι του αρέσω.
Ακόμα και σήμερα, τόσα χρόνια μετά και με πολλή ψυχοθεραπεία, φλερτ, σεξ, σχέσεις, πιάνω τον εαυτό μου να δυσκολεύεται, να πέφτει, να με κρίνει. Δεν είναι εύκολη διαδικασία να αφήσεις να περάσει μέσα σου, το πόσο αξίζεις, το πόσο σεξουαλική μπορεί να είσαι, το πόσο όμορφη για κάποιους που βλέπουν πέρα από τα κιλά.
Ακόμα και σήμερα, στην 4η δεκαετία της ζωής μου, συγγενείς σχολιάζουν το σώμα μου, με ζυγίζουν με το μάτι τους, με ενημερώνουν αν έχω παχύνει ή αδυνατίσει, μου λένε τι να φοράω και τι όχι, τι μου πάει και τι όχι, τι με κάνει να δείχνω πιο αδύνατη. Τι με κάνει να μη φαίνομαι, τι με κάνει αόρατη.
Και δεν έχω μιλήσει ακόμα για τους γιατρούς, που με το που μπεις στο ιατρείο τους σου λένε ότι χρειάζεται να χάσεις βάρος. Για την ακρίβεια, για όποιο ιατρικό θέμα και να έχεις, αυτοί θα σου πουν ότι ευθύνεται το βάρος. Το βάρος και το άγχος και όλα τα άλλα είναι στο μυαλό σου. Πρόσφατα πήγα σε μια γιατρό και της είπα ότι γνωρίζω ότι το βάρος και το άγχος ευθύνονται για κάτι θέματα που είχα. Εκείνη, προς μεγάλη μου έκπληξη, είπε ότι δεν το πιστεύει αυτό και δεν ευθύνονται για όλα το βάρος και το άγχος. Ένιωσα πρώτη φορά στη ζωή μου ότι ένας γιατρός, με βλέπει σαν άνθρωπο και όχι σαν ένα αγχωμένο σακί με πατάτες (“χοντροπατάτα” έτσι με έλεγε άλλη θεία μου.)
Το βάρος της χοντροφοβίας και η ψυχολογική πίεση που ασκείται στα παχύσαρκα άτομα από την παιδική ηλικία είναι ανυπόφορη. Η καραμέλα “για την υγεία σου το λέω” έχει καταντήσει γραφική. Δεν το λέει κανείς για την υγεία σου. Για την ακρίβεια δεν τους απασχολεί καθόλου η υγεία σου. Το χοντρό άτομο δεν είναι απαραίτητα άρρωστο, όπως και ένα αδύνατο ή “κανονικό σε βάρος” άτομο δεν είναι απαραίτητα υγιές. Δεν τους ενδιαφέρει η υγεία σου, αλλά η “αισθητική” τους. Τους χαλάμε την αισθητική, τους δημιουργούμε συναισθήματα αηδίας, ντροπής, θλίψης και φόβου. Το χοντρό άτομο απαγορεύεται να ερωτευτεί, να έχει σεξουαλική ζωή, να ντύνεται όπως επιθυμεί. Το χοντρό άτομο το θέλουν κλεισμένο σε ένα δωμάτιο, να μην το βλέπει κανείς. Να μην υπάρχει.
Να είναι αόρατο.